Rigelian Δημοσιεύτηκε Μάιος 15, 2006 Μοιραστείτε Δημοσιεύτηκε Μάιος 15, 2006 Η προσέγγιση του maxplanck (μαζί με τις φωτό) είναι ο ορισμός της προώθησης και της προσέλκυσης νέων (όχι μόνο ηλικιακά) στην ερασιτεχνική αστρονομία. Διαβάστε, παρακαλώ, προσεκτικά τα ακόλουθα.Δεν είναι άσχετα με το θέμα.Είναι σχετικό με την εντυπωσιακή απόπειρα λογοκρισίας που επιχειρήται.Πώς είναι δυνατόν ο Στέφανος Σοφολόγης που διάλεξε για υπογραφή του ένα απόσπασμα από το Άξιον Εστί να δρα λογοκριτικά; (οι επισημάνσεις δικές μου)Οδ. Ελύτης ΤΟ ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΔΕΥΤΕΡΟ ΟΙ ΗΜΙΟΝΗΓΟΙ Τις ημέρες εκείνες έφτασαν επιτέλους υστέρα από τρεις σωστέςεβδομάδες οι πρώτοι στα μέρη μας ημιονηγοί. Και έλεγαν πολλά γιατις πολιτείες που διάβηκαν, Δέλβινο, Άγιοι Σαράντα, Κορυτσά. Καιξεφόρτωναν τη ρέγγα και το χαλβά κοιτάζοντας να ξετελέψουν μιαώρα αρχύτερα και να φύγουνε. Ότι δεν ήταν συνηθισμένοι και τουςετρόμαζε το βρόντισμα στα βουνά και το μαύρο γένι στη φαγωμένητην όψη μας. Και συνέβηκε τότες ένας απ' αυτούς να 'χει μαζί του κάτι παλιέςεφημερίδες. Και διαβάζαμε όλοι απορημένοι, μόλο που το 'χαμε κιό-λας ακουστά, πως επανηγύριζαν στην πρωτεύουσα και πως ο κόσμοςεσήκωνε, λέει, ψηλά στα χέρια τους φαντάρους που γυρίζανε μεάδειες από τα γραφεία της Πρέβεζας και της Άρτας. Και σημαίνανεόλη μέρα οι καμπάνες, και το βράδυ στα θέατρα λέγανε τραγούδια καιπαριστάνανε στη σκηνή τη ζωή μας για να χειροκροτά ο κοσμάκης. Βαριά σιωπή έπεσε ανάμεσό μας, επειδή κι η ψυχή μας είχε μή-νες τώρα μέσα στις ερημιές αγριέψει, και, χωρίς να το λέμε, πολύ λο-γαριάζαμε τα χρόνια μας. Μάλιστα μια στιγμή δάκρυσε ο λοχίας οΖώης κι έκανε πέρα τα χαρτιά με τις είδησες του κόσμου, ανοίγονταςτα πέντε δάχτυλα καταπάνω τους. Και οι άλλοι εμείς δε λέγαμε τίπο-τε, μονάχα με τα μάτια τού δείχναμε κάτι σαν ευγνωμοσύνη. Τότε ο Λευτέρης, που τύλιγε παρέκει τσιγάρο, καρτερικά, σαν να'χε πάρει απάνω του την ανημπόρια ολάκερης της Οικουμένης, γύρι-σε και «Λοχία» είπε «τι βαρυγκομάς; Αυτοί που 'ναι ταγμένοι για τηρέγγα και το χαλβά, σ' αυτά πάντοτε θα ξαναγυρίζουν. Και οι άλλοιστα δεφτέρια τους που δεν έχουνε τελειωμό, και οι άλλοι στα κρεβά-τια τους τα μαλακά που τα στρώνουν μα δεν τα ορίζουν. Αλλά κάτεχεότι μονάχα κείνος που παλεύει το σκοτάδι μέσα του θα 'χει μεθαύριομερτικό δικό του στον ήλιο». Και ο Ζώης: «Τι λοιπόν, θαρρείς ότιδεν έχω κι εγώ γυναίκα και χωράφια και βάσανα της καρδιάς, που κά-θομαι και φυλάγω δωνά στις εξορίες;» Του αποκρίθηκε ο Λευτέρης:«Αυτά που δεν αγαπά κανείς, αυτά, λοχία μου, να φοβάται, τι τα 'χειαπό τα πριν χαμένα, κι ας τα σφίγγει όσο θέλει απάνω του. Αλλά ταπράγματα της καρδιάς τρόπος δεν είναι να χαθούν, έννοια σου, καιγι' αυτά οι εξορίες δουλεύουν. Αργά - γρήγορα κείνοι που είναι ναντα 'βρουν, θαν τα 'βρουν». Πάλι ρώτησε ο λοχίας ο Ζώης: «Και ποιοςλες τάχα του λόγου σου ότι θαν τα 'βρει;» Τότε ο Λευτέρης, αργά, δεί-χνοντας με το δάχτυλο: «Εσύ κι εγώ κι ό,τι άλλο δείξει, αδερφέ μου,η ώρα ετούτη που μας ακούει». Και ευθύς ακούστηκε στον αέρα η σκοτεινή σφυριγματιά της οβί-δας που έφτανε. Και πέσαμε όλοι καταγής μπρούμυτα, πάνω στις σκάρ-πες, ότι γνωρίζαμε απόξω πια τα σημάδια του Αόρατου, και με τ' αυτίμας ορίζαμε από πριν το μέρος όπου θα 'σμιγε η φωτιά το χώμα ν' ανοί-ξει και να χυθεί. Και δεν επείραξε η φωτιά κανέναν. Κάτι μουλάριαμονάχα σηκώθηκαν στα πισινά τους ποδάρια και άλλα ταράχτηκαν καισκόρπισαν. Και μέσα στην κάπνα που κατακάθιζε θωρούσες να τρέ-χουνε πίσω τους χειρονομώντας οι άνθρωποι που τα 'χανε φέρει με κό-πους ίσαμε κει. Και τα πρόσωπα τους χλωμά, και ξεφόρτωναν τη ρέγ-γα και το χαλβά κοιτάζοντας να ξετελέψουν μια ώρα αρχύτερα και ναφύγουνε, ότι δεν ήτανε μαθημένοι και τους ετρόμαζε το βρόντισμα σταβουνά και το μαύρο γένι στη φαγωμένη την όψη μας. ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ ΤΕΤΑΡΤΟ ΤΟ ΟΙΚΟΠΕΔΟ ΜΕ ΤΊΣ ΤΣΟΥΚΝΙΔΕΣ Μιαν από τις ανήλιαγες μέρες εκείνου του χειμώνα, ένα πρωί Σαββά-του, σωρός αυτοκίνητα και μοτοσικλέτες εζώσανε τον μικρό συνοι-κισμό του Λευτέρη, με τα τρύπια τενεκεδένια παράθυρα και τ' αυλά-κια των οχετών στο δρόμο. Και φωνές άγριες βγάνοντας, εκατεβήκα-νε άνθρωποι με χυμένη την όψη στο μολύβι και τα μαλλιά ολόισα,ίδιο άχερο. Προστάζοντας να συναχτούν οι άντρες όλοι στο οικόπε-δο με τις τσουκνίδες. Και ήταν αρματωμένοι από πάνου ως κάτου, μετις μπούκες χαμηλά στραμμένες κατά το μπουλούκι. Και μεγάλοςφόβος έπιανε τα παιδιά, επειδή τύχαινε, σχεδόν όλα, να κατέχουνεκάποιο μυστικό στην τσέπη ή στην ψυχή τους. Αλλά τρόπος άλλοςδεν ήτανε, και χρέος την ανάγκη κάνοντας, λάβανε θέση στη γραμ-μή, και οι άνθρωποι με το μολύβι στην όψη, το άχερο στα μαλλιά καιτα κοντά μαύρα ποδήματα ξετυλίξανε γύρω τους το συρματόπλεγμα.Και κόψανε στα δύο τα σύγνεφα, όσο που το χιονόνερο άρχισε ναπέφτει, και τα σαγόνια με κόπο κρατούσανε τα δόντια στη θέση τους,μήπως τους φύγουν ή σπάσουνε. Τότε, από τ' άλλο μέρος φάνηκε αργά βαδίζοντας να 'ρχεται Αυ-τός με το Σβησμένο Πρόσωπο, που σήκωνε το δάχτυλο κι οι ώρεςανατρίχιαζαν στο μεγάλο ρολόι των αγγέλων. Και σε οποίον λάχαι-νε να σταθεί μπροστά, ευθύς οι άλλοι τον αρπάζανε από τα μαλλιάκαι τον εσούρνανε χάμου πατώντας τον. Ώσπου έφτασε κάποτε ηστιγμή να σταθεί και μπροστά στον Λευτέρη. Αλλά κείνος δε σάλε-ψε. Σήκωσε μόνο αργά τα μάτια του και τα πήγε μεμιάς τόσο μακριά- μακριά μέσα στο μέλλον του - που ο άλλος ένιωσε το σκούντημακι έγειρε πίσω με κίντυνο να πέσει. Και σκυλιάζοντας, έκανε ν' ανα-σηκώσει το μαύρο του πανί, ναν του φτύσει κατάμουτρα. Μα πάλι οΛευτέρης δε σάλεψε. Πάνω σ' εκείνη τη στιγμή, ο Μεγάλος Ξένος, αυτός που ακολου-θούσε με τα τρία σιρίτια στο γιακά, στηρίζοντας στη μέση τα χέριατου, κάγχασε: ορίστε, είπε, ορίστε οι άνθρωποι που θέλουνε, λέει,ν' αλλάξουνε την πορεία του κόσμου! Και μη γνωρίζοντας ότι έλεγετην αλήθεια ο δυστυχής, καταπρόσωπο τρεις φορές του κατάφερε τομαστίγιο. Αλλά τρίτη φορά ο Λευτέρης δε σάλεψε. Τότε, τυφλόςαπό τη λίγη πέραση που 'χε η δύναμη στα χέρια του, ο άλλος, μηγνωρίζοντας τι πράττει, τράβηξε το περίστροφο και του το βρόντηξεσύρριζα στο δεξί του αυτί. Και πολύ τρομάξανε τα παιδιά, και οι άνθρωποι με το μολύβιστην όψη και το άχερο στα μαλλιά και τα κοντά μαύρα ποδήματα κέ-ρωσαν. Επειδή πήγανε κι ήρθανε γύρω τα χαμόσπιτα, και σε πολλέςμεριές το πισσόχαρτο έπεσε και φανήκανε μακριά, πίσω απ' τονήλιο, οι γυναίκες να κλαίνε γονατιστές, πάνω σ' ένα έρμο οικόπεδο,γεμάτο τσουκνίδες και μαύρα πηχτά αίματα. Ενώ σήμαινε δώδεκαακριβώς το μεγάλο ρολόι των αγγέλων. Dans chaque village un homme tend un flambeau, l΄instituteur, et un autre souffle dessus, le cure.V. Hugo Σύνδεσμος για σχόλιο Κοινή χρήση σε άλλους ιστότοπους More sharing options...
astrovox Δημοσιεύτηκε Μάιος 15, 2006 Μοιραστείτε Δημοσιεύτηκε Μάιος 15, 2006 http://www.astrovox.gr/forum/viewtopic.php?t=3209 «I have loved the stars too fondly to be fearful of the night». Sarah Williams, The Old Astronomer Σύνδεσμος για σχόλιο Κοινή χρήση σε άλλους ιστότοπους More sharing options...
aristarchus Δημοσιεύτηκε Μάιος 15, 2006 Μοιραστείτε Δημοσιεύτηκε Μάιος 15, 2006 http://www.astrovox.gr/forum/viewtopic.php?t=3209Συγγνωμη Ανδρεα αλλα .... ... η οποια και θα εκφραζει το μεγαλειο του εναστρου ουρανου...Βασιλη, οπως δεν υπαρχει μια και μοναδικη αστροφωτογραφια να εκφραζει το "μεγαλειο του εναστρου ουρανου", πιστευω οτι οι προαναφερομενες φωτογραφιες ιδιαιτερα ΔΕΝ εκφραζουν το "μεγαλειου του εναστρου ουρανου" με κανενα τροπο. Τωρα, αν καποιος φιλος ενδιαφερεται για μια γευση, το μονο που εχει να κανει ειναι να ριξει μια ματια στη Σεληνη με ενα ζευγαρι κυαλια ... η να μπει στον κοπο να ερθει στον Παρνωνα σε δυο εβδομαδες να δει συννεφα αστερων ... προσθετω και μια φωτογραφια του εναστρου ουρανου ... αν δεν του κανει, ας περιμενει δυο εβδομαδες και θα εχω πολλα δειγματα α λα Ελληνικα απο πλανητικα νεφελωματα, σμοινη, γαλαξιες και πολλα αλλα ... αν και αυτα δεν του κανουν η τον ικανοποιουν, ισως αξιζει να ψαξει για αλλο χομπι (με ολο τον σεβασμο) καθως και αλλο φορουμ! Μια γευση με οδηγο του εναστρου ουρανου απο τον Παρνωνα. Μια γευση του εναστρου ουρανου απο τον Παρνωνα. Φιλικά, Αντώνης Αγιομαμίτηςhttp://www.perseus.gr Σύνδεσμος για σχόλιο Κοινή χρήση σε άλλους ιστότοπους More sharing options...
Προτεινόμενες αναρτήσεις