Jump to content

Προτεινόμενες αναρτήσεις

  • Απαντήσεις 11.2k
  • Created
  • Τελευταία απάντηση

Top Posters In This Topic

Top Posters In This Topic

Posted Images

Δημοσιεύτηκε

Kepler's Suns and Planets, Jason Rowe, Kepler Mission, 2011

 

APOD 29/03/11

 

Ίσως δεν πρόκειται για ''καλή τέχνη'' ακριβώς, αλλά η ομορφιά αυτής της εικόνας με τους 1235 υποψηφίους πλανήτες σε διάβαση εμπρός από το άστρο τους με μαγεύει.

Η εικόνα είναι υπό κλίμακα, με τον Ήλιο και την Γη μας απομονωμένους επάνω δεξιά.

KeplerSunsPlanets_rowe.jpg.f86841c437561b14f8bfa18a32bed676.jpg

Οὖτιν με κικλήσκουσι

 

My Optics

Δημοσιεύτηκε

Η Αυλή των Θαυμάτων, Ιάκωβος Καμπανέλλης, 1957

 

Αθάνατος!

165354-DSC_0284net.jpg

 

Το έργο αρχίζει ένα σούρουπο στις αρχές του καλοκαιριού.

Η ΜΑΡΙΑ κάθεται σ ένα πεζούλι δεξιά και ένα τραπεζομάντιλο.

Η ΒΟΥΛΑ έχει στηρίξει στην ξύλινη σκάλα ένα καθρέφτη και κόβει μονάχη τα μαλλιά της.

Στο παράθυρο του σπιτιού του ΙΟΡΔΑΝΗ ο γιος του ο ΓΙΑΝΝΗΣ διαβάζει ένα βιβλίο.

Ο ΙΟΡΔΑΝΗΣ μ ένα μπόγο στρωσίδια στον ώμο έρχεται απ' το βάθος κι ανεβαίνει στην ταράτσα…

 

 

 

ΒΟΥΛΑ: Γιάννη…

ΓΙΑΝΝΗΣ: Ε;

ΒΟΥΛΑ: Ο μπαμπάς σου ανεβαίνει στο αστεροσκοπείο…

ΜΑΡΙΑ: Ώρα του είναι, ο ήλιος έγειρε.

(Ο ΓΙΑΝΝΗΣ δε μιλά. Ο ΙΟΡΔΑΝΗΣ απλώνει στην ταράτσα τα στρωσίδια του. Η ΒΟΥΛΑ πλησιάζει τη ΜΑΡΙΑ).

ΒΟΥΛΑ: Δε μου λες, μήπως άφησα τίποτα τσουλούφια στο λαιμό;

ΜΑΡΙΑ: Γύρνα να δω…

ΒΟΥΛΑ: Πάρε και το ψαλίδι κι ό,τι είναι κόβε το. (Της δίνει το ψαλίδι και κοντοκαθίζει πλάτη προς στη ΜΑΡΙΑ).

ΜΑΡΙΑ: Γιατί τα κόψης μόνη σου;

ΒΟΥΛΑ: Αν είχα λεφτά θα πήγαινα στο κομμωτήριο… αλλά πού λεφτά;

ΜΑΡΙΑ: Μα σεις την περασμένη βδομάδα είχατε ένα μάτσο…

ΒΟΥΛΑ: Είχαμε βλέπεις, τώρα δεν έχουμε φράγκο.

ΜΑΡΙΑ: Είστε τρελοί κι οι δυο σας… Να το ξέρεις!

ΒΟΥΛΑ: Εγώ φταίω;… του άντρα μου τα χέρια είναι τρύπια και δεν του στέκει δεκάρα.

ΜΑΡΙΑ: Ναι, γιατί πας πίσω εσύ… Δεν είδα ποτέ άμα σε τραβολογά για γλέντια να του πεις όχι…

ΒΟΥΛΑ: Γιατί να του πω όχι… Νέοι είμαστε, να μη χαρούμε μια στάλα;

(Ο ΙΟΡΔΑΝΗΣ κατεβαίνει απ το ταρατσάκι και πηγαίνει στο βάθος).

ΜΑΡΙΑ: Πρέπει να βάζατε κάτι στην άκρη…

ΒΟΥΛΑ: Ό,τι θέλεις λες. Αν είχαμε κάτι ταχτικό, τότε ναι… Μ αυτός μια βδομάδα δουλεύει και δυο κάθεται…!

ΜΑΡΙΑ: Κι είναι ανάγκη να τα τρώτε μαζεμένα και να πεινάτε ύστερα;

ΒΟΥΛΑ: Άμα κακοπερνάς δυο βδομάδες ύστερα θες να ξεσκάσεις, φυσικό είναι.

ΜΑΡΙΑ: Παρ το ψαλίδι, σου τα συμμάζεψα.

ΒΟΥΛΑ: Σ ευχαριστώ, κούκλα μου, θες να σου κόψω και τα δικά σου;

ΜΑΡΙΑ: Δεν μου χρειάζεται…

(Απ το δωμάτιό της βγαίνει η ΑΝΝΕΤΩ, εξήντα χρονώ. Ξεσκονίζει μ ένα σκουπάκι μια πάνινη βαλίτσα και τραγουδά)

ΑΝΝΕΤΩ: Ραμόνα, θυμήσου τώρα τα παλιά

Ραμόνα, θυμήσου πάλι τα παλιά

Ραμόνα… Ραμόνα θυμήσου πάλι τα παλιά

Ραμόνα, θυμήσου παλιά…

ΜΑΡΙΑ: Πήγε στην Τράπεζα χτες κι έστειλε όλα της τα λεφτά στην Αγγλία… Ξεπαραδιάστηκε πάλι η τρελόγρια…

ΒΟΥΛΑ: Και πως θα πάει στην Πάρο…; Με τι λεφτά…;

ΜΑΡΙΑ: Κάποιονε θα βαλε στο χέρι… ή θα σήκωσε πάλι τις συντάξεις όλου του χρόνου…

ΒΟΥΛΑ: (Στην ΑΝΝΕΤΩ). Ώστε μας φεύγεις αύριο;

ΑΝΝΕΤΩ: Θα φύγω να μη σας ενοχλώ…

ΒΟΥΛΑ: Έλα τώρα μη σε παίρνει το παράπονο…

ΑΝΝΕΤΩ: Αφού μια έρημη γριά γυναίκα εγώ, με το ένα πόδι στο λάκκο, σας ενοχλώ όλους εδώ μέσα, φεύγω, για να βρείτε την ησυχία σας.

ΒΟΥΛΑ: Ε καημένη, κι εσύ πια… Όλοι εδώ μέσα ζούμε… θα τύχει και μια παρεξήγηση.

ΑΝΝΕΤΩ: Μια παρεξήγηση καλή και άγια. Μα σεις αιωνίως και τυμπανίως μου κοπανάτε ότι σας ανακατεύω τα σκώτια. Ναι ή όχι;

ΜΑΡΙΑ: Αν είπαμε και μια κουβέντα παραπάνω εσύ πάλι το δεσες κόμπο;

ΑΝΝΕΤΩ: Εμείς στην Αγγλία αυτά δεν τα χουμε! Φεύγω κι εγώ, πάω να κάτσω στην Πάρο ένα χρονάκι να ξανασάνω και γω και σεις… Κι α δε με ξαναδείτε, συχωρέστε με, κι ο Θεός να σας συχωράει… (Ψευτοκλαίει).

ΒΟΥΛΑ: (Τρέχει κοντά της). Έλα, έλα τώρα, άσε τις κλάψες. Αφού το ξέρεις πόσο σε αγαπάμε!

ΑΝΝΕΤΩ: Σάματι εγώ δε σας αγαπώ…;

ΜΑΡΙΑ: Μπορούμε μείς να ζήσουμε χωρίς εσένα;

ΑΝΝΕΤΩ: Και μήπως μπορώ εγώ…;

ΜΑΡΙΑ: (πάει κι αυτή κοντά στην ΑΝΝΕΤΩ)… Έλα κάτσε δω να, παραπονιάρα… Δώσε μου να σου ξεσκονίσω εγώ τη βαλίτσα σου.

ΑΝΝΕΤΩ: Άσε, μη λερώνεις τα χεράκια σου. Την ξεσκόνισα, μάτια μου…

ΒΟΥΛΑ: Θα σου ετοιμάσουμε εμείς τα πράγματά σου… Εσύ κάτσε να ξεκουραστείς…

ΑΝΝΕΤΩ: (Ξεχνά τελείως την κλάψα)… Καλά, ας καπνίσω ένα τσιγαράκι. Όμως τα πράματά μου θα τα βολέψω μοναχή μου… Μ αρέσει να φτιάχνω ταξιδιάρικη βαλίτσα… τρελαίνομαι…

ΒΟΥΛΑ: Πάρε και το μαξιλαράκι να σαι μαλακά…

 

( Η ΑΝΝΕΤΩ κάθεται κι ανάβει τσιγάρο. Κάθονται και οι άλλες δύο).

ΑΝΝΕΤΩ: (Στη ΜΑΡΙΑ, πειραχτικά). Δε μου λες εσύ, πάλι την Πηνελόπη μας παρασταίνεις;

ΜΑΡΙΑ: Ούτε την ξέρω αυτή την Πηνελόπη που μου λες…

ΑΝΝΕΤΩ: (Γελάει). Τότε τι το ράβεις και το ξηλώνεις αυτό το τραπεζομάντιλο δυο χρόνια τώρα…;

ΜΑΡΙΑ: Με συγχωρεί η χάρη σου, ούτε χρόνος δεν είναι που το άρχισα.

ΒΟΥΛΑ: Και μήπως δε θα 'πρεπε να χε τελειώσει;

ΑΝΝΕΤΩ: εγώ στη θέση σου θα πήγαινα κι ένα σεργιάνι να με δει κάνα μάτι, να πάρω τον αέρα μου!

ΜΑΡΙΑ: Ναι, πως…!

ΑΝΝΕΤΩ: Τι θα πει ναι πως; Επειδή ο άντρας σου είναι θερμαστής, εσύ πρέπει να περνάς με το κέντημα; Κι εγώ σου λέω πως αυτό το ομορφόπαιδο περνάει μια χαρά σ όποιο λιμάνι αράζουνε…

ΒΟΥΛΑ: Τ ακούς;

ΜΑΡΙΑ: Μόνη μου που να βγω… που να πάω;

ΑΝΝΕΤΩ: Μα επειδή είσαι μονάχη σου πρέπει να βγαίνεις.

ΜΑΡΙΑ: Μωρέ τι σας νοιάζει εσάς;

ΑΝΝΕΤΩ: Μια φορά το κέντημα δεν είναι άντρας στο κρεβάτι σου. Γυναίκες είμαστε και μεις και ξέρουμε από μοναξιά…

ΜΑΡΙΑ: Τι ξέρετε δηλαδή… Τι θέτε να πείτε…;

ΑΝΝΕΤΩ: Δε χρειάζεται δα και φιλοσοφία.

ΒΟΥΛΑ: Τώρα σε μάθαμε πια.

ΑΝΝΕΤΩ: Ξέρουμε τι θα πει άμα το ρίχνεις σα λυσσασμένη στο κέντημα.

ΜΑΡΙΑ: Καλά, πάψτε τώρα.

ΒΟΥΛΑ: Σ έπιασε πάλι, σ έπιασε…;

ΜΑΡΙΑ: Σωπάτε ντε, σας ακούνε κι οι άντρες…

(Ο ΙΟΡΔΑΝΗΣ ανεβαίνει πάλι στο ταρατσάκι κρατώντας ένα μπουκάλι κρασί κι ένα σαχανάκι μεζέδες).

ΑΝΝΕΤΩ:Καλή ρομάντζα, κυρ-Ιορδάνη…

ΙΟΡΔΑΝΗΣ: Κοπιάστε…

ΜΑΡΙΑ: Και δε μου λες, κυρα-Αννέτω…

ΑΝΝΕΤΩ: Σκόνη που είχε αυτή η διαολο-βαλίτσα…Εμείς στην Αγγλία δεν είχαμε καθόλου σκόνη…

ΜΑΡΙΑ: Και δε μου λες, που ευκολύθηκες λεφτά για το ταξίδι…;

(Ο ΙΟΡΔΑΝΗΣ κατεβαίνει απ το ταρατσάκι και πηγαίνει στο βάθος).

ΑΝΝΕΤΩ: Σήκωσα τέσσερεις συντάξεις, δανείστηκα και κάτι λίγα, θα συμπληρώσω κι από τα νοίκια.

ΒΟΥΛΑ: Ποια νοίκια;

ΑΝΝΕΤΩ: … Του δωματίου, ματάκια μου.

ΜΑΡΙΑ: Ποιου δωματίου;

ΑΝΝΕΤΩ: Αυτουνού εδώ να σε χαρώ… έχω και κανένα άλλο;

ΜΑΡΙΑ: (Στη ΒΟΥΛΑ). Τι σου 'λεγα; Δεν σου 'λεγα ότι αυτή θα κάνει στο τέλος του κεφαλιού της χωρίς να ρωτήσει κανέναν…; Να τα.

ΒΟΥΛΑ: (Άγρια). Εμ δεν θα κάνει…!

ΑΝΝΕΤΩ: (Τινάζεται ξαναμμένη). Θα κάνω και θα παρακάνω… Δικό μου είναι το δωμάτιο και το επινοικιάζω, ό,τι θέλω το κάνω… Το δικό μου δωμάτιο δώνω, δε δώνω το δικό σας… Ορίστε μας!

ΜΑΡΙΑ: Είσαι αναίστητη… Εδώ είμαστε σα μια οικογένεια και πας τώρα να μας κουβαλήσεις μια ξένη εδώ μέσα…

images.jpeg.8bda60c86e1367b111f7b11738e6efd4.jpeg

Οὖτιν με κικλήσκουσι

 

My Optics

Δημοσιεύτηκε

Άσμα ασμάτων, Μαουτχάζουζεν, Ιάκωβος Καμπανέλλης

 

Τι ωραία που είν’ η αγάπη μου

με το καθημερνό της φόρεμα

κι ένα χτενάκι στα μαλλιά.

Κανείς δεν ήξερε πως είναι τόσο ωραία.

 

Κοπέλες του Άουσβιτς,

του Νταχάου κοπέλες,

μην είδατε την αγάπη μου;

 

Την είδαμε σε μακρινό ταξίδι,

δεν είχε πιά το φόρεμά της

ούτε χτενάκι στα μαλλιά.

 

Τι ωραία που είν’ η αγάπη μου,

η χαϊδεμένη από τη μάνα της

και τ’ αδελφού της τα φιλιά.

Κανείς δεν ήξερε πως είναι τόσο ωραία.

 

Κοπέλες του Μαουτχάουζεν,

κοπέλες του Μπέλσεν,

μην είδατε την αγάπη μου;

 

Την είδαμε στην παγερή πλατεία

μ’ ένα αριθμό στο άσπρο της το χέρι,

με κίτρινο άστρο στην καρδιά.

 

Τι ωραία που είν’ η αγάπη μου,

η χαϊδεμένη από τη μάνα της

και τ’ αδελφού της τα φιλιά.

Κανείς δεν ήξερε πως είναι τόσο ωραία.

 

Όσο ο Ιορδάνης ηδονίζεται τ' άστρα τ' ουρανού, ας μην ξεχνούμε τ' άστρα των ανθρώπων.

 

roy--yellow.jpg

 

naziGermany-DavidStar.GIF

 

2boys.jpg

 

yellow_star_of_david.jpg

Οὖτιν με κικλήσκουσι

 

My Optics

Δημοσιεύτηκε

Έκτορας και Ανδρομάχη (από το παραμύθι χωρίς όνομα)

Στίχοι: Ιάκωβος Καμπανέλλης

Μουσική: Μάνος Χατζιδάκις

Πρώτη εκτέλεση: Λάκης Παππάς

 

 

Από το Τρωικό κάστρο η Ανδρομάχη

στον Έκτορα που κίναε για τη μάχη

φώναξε με φωνή φαρμακωμένη:

 

«Στρατιώτη μου, τη μάχη θα κερδίσει,

όποιος πολύ το λαχταρά να ζήσει.

Όποιος στη μάχη πάει για να πεθάνει,

στρατιώτη μου για πόλεμο δεν κάνει»

 

Έτσι κι εμένα η κόρη του Γαβρίλη

σαν έφευγα στις 20 τ' Απρίλη

μου φώναξε ψηλά από το μπαλκόνι:

 

«Στρατιώτη αν θες τη μάχη να κερδίσεις,

μια κοπελίτσα κοίτα ν' αγαπήσεις.

Όποιος το γυρισμό του όρκο δεν κάνει,

στρατιώτη μου, τον πόλεμο το χάνει»

 

761329055_AndromacheHectordeChirico.jpg.2ab5754a56aa2e9dd64e7b9c431bc518.jpg

αποχαιρετισμός

1365656821_HectorAndromacheGiorgiodeChirico.jpg.f0c8ee736f40b604fc4ead64500f1fb7.jpg

AndromacheHectorAstyanax.jpg.9bcc54ce6b17aac1760dcacdd4a081f0.jpg

401px-Chirico_Osaka.jpg.f3bdccb711f96d717094bf8c6c9ea677.jpg

Δημοσιεύτηκε

Προφανώς γνωρίζετε το αστρονομικό ρολόι της Πράγας, που σχεδιάστηκε από τον Mikulas του Kadan το 1410.

Βομβαρδίστηκε κατά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, αλλά είναι πλέον πλήρως λειτουργικό και μοναδικό στον κόσμο.

Ασφαλώς έχετε ακούσει για τον αστρολάβο που διαθέτει, τα ζώδια, τους Τροπικούς Αιγόκερου και Καρκίνου, τη Βαβυλωνιακή ώρα που δείχνει, τη διάρκεια των ωρών που ποικίλουν ανάλογα με τις εποχές, το ημερολόγιο και την παρέλαση των Αποστόλων κάθε ώρα, τις συμβολικές μορφές της Ματαιοδοξίας – Φιλαργυρίας – Θανάτου – Τούρκου, τα αγαλματίδια του Μιχαήλ Αρχαγγέλου, ενός Φιλοσόφου, ενός Αστρονόμου κι ενός Χρονικογράφου!

 

Δεν ξέρω όμως, αν γνωρίζετε, πως μετά την ολοκλήρωση του ρολογιού, τύφλωσαν τον σχεδιαστή και κατασκευαστή, για να μην μπορέσει ποτέ ξανά, να κατασκευάσει το ίδιο και να παραμείνει έτσι το αστρονομικό ρολόι της Πράγας μοναδικό!!!

.jpg.72940da90b830c1f55c6f2345d6e25bc.jpg

610028878_astronomiko-roloi20Pragas.jpg.c310bd24fda8d6203edb5b1eb5a2a56c.jpg

astronomiko_roloi_praga.jpg.9581e5165c8bebd1ca7b4f65bb407071.jpg

300px-Prague_-_Astronomical_Clock_Detail_3.JPG.e1361a4968252adfb3c2305266e9d840.JPG

Δημοσιεύτηκε

La robe du soir, René Magritte, 1955

 

Άλλο δεν θέλει η Τέχνη από το να αποπειραθείς την απαγόρευσή της. Τότε θεριεύει, ζωντανεύει, διακινείται και θρυλείται, πεισμώνει και δαγκώνει, σε ματώνει σαν διατηρείς αθάνατη την φλόγα της με καύσιμο την δική σου εφήμερη στενότητα.

rene-francois-ghislain-magritte.jpg.9ee27341020a3b1b11f669b4adb5cc7d.jpg

Οὖτιν με κικλήσκουσι

 

My Optics

Δημοσιεύτηκε

La robe du soir, N. Hussein, 2011

 

Η Τέχνη παραμονεύει και μας προκαλεί να την πολεμήσουμε, έχοντας στήσει με μαεστρία την παγίδα της.

Μπορούμε να αποφύγουμε την παγίδα.

Αν την αφήσουμε να μας συμπαρασύρει, αν ακούσουμε την φωνή της, αν ριγήσουμε στο χάδι της, αν γευτούμε το αίνιγμά της, αν κοκκινήσουμε στο πείραγμά της, αν δούμε το φεγγάρι που μας δείχνει, αν παίξουμε μαζί της.

5447885427_4a007c1874_b.jpg.289014324e1684e4b44718a1a0d806b9.jpg

Οὖτιν με κικλήσκουσι

 

My Optics

Δημοσιεύτηκε

Περί φύσεως, Παρμενίδης o Ελεάτης, 6ος-5ος αιώνας πχ

 

I

Ἵπποι ταί με φέρουσιν, ὅσον τ΄ ἐπὶ θυμὸς ἱκάνοι,

πέμπον, ἐπεί μ΄ ἐς ὁδὸν βῆσαν πολύφημον ἄγουσαι

δαίμονες, ἣ κατὰ πάντ΄ ἄστη φέρει εἰδότα φῶτα·

τῇ φερόμην· τῇ γάρ με πολύφραστοι φέρον ἵπποι

 

[5] ἅρμα τιταίνουσαι, κοῦραι δ΄ ὁδὸν ἡγεμόνευον.

Ἄξων δ΄ ἐν χνοίῃσιν ἵει σύριγγος ἀυτήν

αἰθόμενος - δοιοῖς γὰρ ἐπείγετο δινωτοῖσιν

κύκλοις ἀμφοτέρωθεν -, ὅτε σπερχοίατο πέμπειν

Ἡλιάδες κοῦραι, προλιποῦσαι δώματα Νυκτός,

 

[10] εἰς φάος, ὠσάμεναι κράτων ἄπο χερσὶ καλύπτρας.

Ἔνθα πύλαι Νυκτός τε καὶ Ἤματός εἰσι κελεύθων,

καί σφας ὑπέρθυρον ἀμφὶς ἔχει καὶ λάινος οὐδός·

αὐταὶ δ΄ αἰθέριαι πλῆνται μεγάλοισι θυρέτροις·

τῶν δὲ Δίκη πολύποινος ἔχει κληῖδας ἀμοιβούς.

 

[15] Τὴν δὴ παρφάμεναι κοῦραι μαλακοῖσι λόγοισιν

πεῖσαν ἐπιφράδέως, ὥς σφιν βαλανωτὸν ὀχῆα

ἀπτερέως ὤσειε πυλέων ἄπο· ταὶ δὲ θυρέτρων

χάσμ΄ ἀχανὲς ποίησαν ἀναπτάμεναι πολυχάλκους

ἄξονας ἐν σύριγξιν ἀμοιβαδὸν εἰλίξασαι

 

[20] γόμφοις καὶ περόνῃσιν ἀρηρότε· τῇ ῥα δι΄ αὐτέων

ἰθὺς ἔχον κοῦραι κατ΄ ἀμαξιτὸν ἅρμα καὶ ἵππους.

Καί με θεὰ πρόφρων ὑπεδέξατο, χεῖρα δὲ χειρί

δεξιτερὴν ἕλεν, ὧδε δ΄ ἔτος φάτο καί με προσηύδα·

ὦ κοῦρ΄ ἀθανάτοισι συνάορος ἡνιόχοισιν,

 

[25] ἵπποις ταί σε φέρουσιν ἱκάνων ἡμέτερον δῶ,

χαῖρ΄, ἐπεὶ οὔτι σε μοῖρα κακὴ προὔπεμπε νέεσθαι

τήνδ΄ ὁδόν - ἦ γὰρ ἀπ΄ ἀνθρώπων ἐκτὸς πάτου ἐστίν-,

ἀλλὰ θέμις τε δίκη τε. Χρεὼ δέ σε πάντα πυθέσθαι

ἠμέν Ἀληθείης εὐκυκλέος ἀτρεμὲς ἦτορ

 

[30] ἠδὲ βροτῶν δόξας, ταῖς οὐκ ἔνι πίστις ἀληθής.

Ἀλλ΄ ἔμπης καὶ ταῦτα μαθήσεαι, ὡς τὰ δοκοῦντα

χρῆν δοκίμως εἶναι διὰ παντὸς πάντα περῶντα.

 

 

 

II

 

Εἰ δ΄ ἄγ΄ ἐγὼν ἐρέω, κόμισαι δὲ σὺ μῦθον ἀκούσας,

αἵπερ ὁδοὶ μοῦναι διζήσιός εἰσι νοῆσαι·

ἡ μὲν ὅπως ἔστιν τε καὶ ὡς οὐκ ἔστι μὴ εἶναι,

Πειθοῦς ἐστι κέλευθος - Ἀληθείῃ γὰρ ὀπηδεῖ -,

 

 

[5] ἡ δ΄ ὡς οὐκ ἔστιν τε καὶ ὡς χρεών ἐστι μὴ εἶναι,

τὴν δή τοι φράζω παναπευθέα ἔμμεν ἀταρπόν·

οὔτε γὰρ ἂν γνοίης τό γε μὴ ἐὸν - οὐ γὰρ ἀνυστόν -

οὔτε φράσαις·

 

 

ΙΙΙ

 

... τὸ γὰρ αὐτὸ νοεῖν ἐστίν τε καὶ εἶναι.

 

 

ΙV

 

Λεῦσσε δ΄ ὅμως ἀπεόντα νόῳ παρεόντα βεβαίως·

οὐ γὰρ ἀποτμήξει τὸ ἐὸν τοῦ ἐόντος ἔχεσθαι

οὔτε σκιδνάμενον πάντῃ πάντως κατὰ κόσμον

οὔτε συνιστάμενον.

 

V

 

Ξυνὸν δέ μοί ἐστιν, ὁππόθεν ἄρξωμαι· τόθι γὰρ πάλιν ἵξομαι αὖθις.

 

 

Χρὴ τὸ λέγειν τε νοεῖν τ΄ ἐὸν ἔμμεναι· ἔστι γὰρ εἶναι,

μηδὲν δ΄ οὐκ ἔστιν· τά σ΄ ἐγὼ φράζεσθαι ἄνωγα.

Πρώτης γάρ σ΄ ἀφ΄ ὁδοῦ ταύτης διζήσιος <εἴργω>,

αὐτὰρ ἔπειτ΄ ἀπὸ τῆς, ἣν δὴ βροτοὶ εἰδότες οὐδέν

 

[5] πλάττονται, δίκρανοι· ἀμηχανίη γὰρ ἐν αὐτῶν

στήθεσιν ἰθύνει πλακτὸν νόον· οἱ δὲ φοροῦνται.

κωφοὶ ὁμῶς τυφλοί τε, τεθηπότες, ἄκριτα φῦλα,

οἷς τὸ πέλειν τε καὶ οὐκ εἶναι ταὐτὸν νενόμισται

κοὐ ταὐτόν, πάντων δὲ παλίντροπός ἐστι κέλευθος.

 

 

 

VΙΙ

 

Οὐ γὰρ μήποτε τοῦτο δαμῇ εἶναι μὴ ἐόντα·

ἀλλὰ σὺ τῆσδ΄ ἀφ΄ ὁδοῦ διζήσιος εἶργε νόημα·

μηδέ σ΄ ἔθος πολύπειρον ὁδὸν κατὰ τήνδε βιάσθω,

νωμᾶν ἄσκοπον ὄμμα καὶ ἠχήεσσαν ἀκουήν

 

[5] καὶ γλῶσσαν, κρῖναι δὲ λόγῳ πολύδηριν ἔλεγχον

ἐξ ἐμέθεν ῥηθέντα.

 

VΙΙΙ

 

Μόνος δ΄ ἔτι μῦθος ὁδοῖο

λείπεται ὡς ἔστιν· ταύτῃ δ΄ ἐπὶ σήματ΄ ἔασι

πολλὰ μάλ΄, ὡς ἀγένητον ἐὸν καὶ ἀνώλεθρόν ἐστιν,

ἔστι γὰρ οὐλομελές τε καὶ ἀτρεμὲς ἠδ΄ ἀτέλεστον·

 

[5] οὐδέ ποτ΄ ἦν οὐδ΄ ἔσται, ἐπεὶ νῦν ἔστιν ὁμοῦ πᾶν,

ἕν, συνεχές· τίνα γὰρ γένναν διζήσεαι αὐτοῦ;

πῇ πόθεν αὐξηθέν ; οὔτ΄ ἐκ μὴ ἐόντος ἐάσσω

φάσθαι σ΄ οὐδὲ νοεῖν· οὐ γὰρ φατὸν οὐδὲ νοητόν

ἔστιν ὅπως οὐκ ἔστι. Τί δ΄ ἄν μιν καὶ χρέος ὦρσεν

 

[10] ὕστερον ἢ πρόσθεν, τοῦ μηδενὸς ἀρξάμενον, φῦν ;

οὕτως ἢ πάμπαν πελέναι χρεών ἐστιν ἢ οὐχί.

Οὐδὲ ποτ΄ ἐκ μὴ ἐόντος ἐφήσει πίστιος ἰσχύς

γίγνεσθαί τι παρ΄ αὐτό· τοῦ εἵνεκεν οὔτε γενέσθαι

οὔτ΄ ὄλλυσθαι ἀνῆκε Δίκη χαλάσασα πέδῃσιν,

 

[15] ἀλλ΄ ἔχει· ἡ δὲ κρίσις τούτων ἐν τῷδ΄ ἔστιν·

ἔστιν ἢ οὐκ ἔστιν· κέκριται δ΄ οὖν, ὥσπερ ἀνάγκη,

τὴν μὲν ἐᾶν ἀνόητον ἀνώνυμον - οὐ γὰρ ἀληθής

ἔστιν ὁδός - τὴν δ΄ ὥστε πέλειν καὶ ἐτήτυμον εἶναι.

Πῶς δ΄ ἂν ἔπειτα πέλοιτὸ ἐόν ; πῶς δ΄ ἄν κε γένοιτο ;

 

 

[20] εἰ γὰρ ἔγεντ΄, οὐκ ἔστι, οὐδ΄ εἴ ποτε μέλλει ἔσεσθαι.

Τὼς γένεσις μὲν ἀπέσβεσται καὶ ἄπυστος ὄλεθρος.

Οὐδὲ διαιρετόν ἐστιν, ἐπεὶ πᾶν ἐστιν ὁμοῖον·

οὐδέ τι τῇ μᾶλλον, τό κεν εἴργοι μιν συνέχεσθαι,

οὐδέ τι χειρότερον, πᾶν δ΄ ἔμπλεόν ἐστιν ἐόντος.

 

 

[25] Τῷ ξυνεχὲς πᾶν ἐστιν· ἐὸν γὰρ ἐόντι πελάζει.

Αὐτὰρ ἀκίνητον μεγάλων ἐν πείρασι δεσμῶν

ἔστιν ἄναρχον ἄπαυστον, ἐπεὶ γένεσις καὶ ὄλεθρος

τῆλε μάλ΄ ἐπλάχθησαν, ἀπῶσε δὲ πίστις ἀληθής.

Ταὐτόν τ΄ ἐν ταὐτῷ τε μένον καθ΄ ἑαυτό τε κεῖται

 

[30] χοὔτως ἔμπεδον αὖθι μένει· κρατερὴ γὰρ Ἀνάγκη

πείρατος ἐν δεσμοῖσιν ἔχει, τό μιν ἀμφὶς ἐέργει,

οὕνεκεν οὐκ ἀτελεύτητον τὸ ἐὸν θέμις εἶναι·

ἔστι γὰρ οὐκ ἐπιδεές· μὴ ἐὸν δ΄ ἂν παντὸς ἐδεῖτο.

Ταὐτὸν δ΄ ἐστὶ νοεῖν τε καὶ οὕνεκεν ἔστι νόημα.

 

[35] Οὐ γὰρ ἄνευ τοῦ ἐόντος, ἐν ᾧ πεφατισμένον ἐστίν,

εὑρήσεις τὸ νοεῖν· οὐδ΄ ἦν γὰρ <ἢ> ἔστιν ἢ ἔσται

ἄλλο πάρεξ τοῦ ἐόντος, ἐπεὶ τό γε Μοῖρ΄ ἐπέδησεν

οὖλον ἀκίνητόν τ΄ ἔμεναι· τῷ πάντ΄ ὄνομ΄ ἔσται,

ὅσσα βροτοὶ κατέθεντο πεποιθότες εἶναι ἀληθῆ,

 

[40] γίγνεσθαί τε καὶ ὄλλυσθαι, εἶναί τε καὶ οὐχί,

καὶ τόπον ἀλλάσσειν διά τε χρόα φανὸν ἀμείβειν.

Αὐτὰρ ἐπεὶ πεῖρας πύματον, τετελεσμένον ἐστί

πάντοθεν, εὐκύκλου σφαίρης ἐναλίγκιον ὄγκῳ,

μεσσόθεν ἰσοπαλὲς πάντῃ· τὸ γὰρ οὔτε τι μεῖζον

 

[45] οὔτε τι βαιότερον πελέναι χρεόν ἐστι τῇ ἢ τῇ.

Οὔτε γὰρ οὐκ ἐὸν ἔστι, τό κεν παύοι μιν ἱκνεῖσθαι

εἰς ὁμόν, οὔτ΄ ἐὸν ἔστιν ὅπως εἴη κεν ἐόντος

τῇ μᾶλλον τῇ δ΄ ἧσσον, ἐπεὶ πᾶν ἐστιν ἄσυλον·

οἷ γὰρ πάντοθεν ἶσον, ὁμῶς ἐν πείρασι κύρει.

 

[50] Ἐν τῷ σοι παύω πιστὸν λόγον ἠδὲ νόημα

ἀμφὶς ἀληθείης· δόξας δ΄ ἀπὸ τοῦδε βροτείας

μάνθανε κόσμον ἐμῶν ἐπέων ἀπατηλὸν ἀκούων.

Μορφὰς γὰρ κατέθεντο δύο γνώμας ὀνομάζειν·

τῶν μίαν οὐ χρεών ἐστιν - ἐν ᾧ πεπλανημένοι εἰσίν -·

 

[55] τἀντία δ΄ ἐκρίναντο δέμας καὶ σήματ΄ ἔθεντο

χωρὶς ἀπ΄ ἀλλήλων, τῇ μὲν φλογὸς αἰθέριον πῦρ,

ἤπιον ὄν, μέγ΄ ἐλαφρόν, ἑωυτῷ πάντοσε τωὐτόν,

τῷ δ΄ ἑτέρῳ μὴ τωὐτόν· ἀτὰρ κἀκεῖνο κατ΄ αὐτό

τἀντία νύκτ΄ ἀδαῆ, πυκινὸν δέμας ἐμβριθές τε.

 

[60] Τόν σοι ἐγὼ διάκοσμον ἐοικότα πάντα φατίζω,

ὡς οὐ μή ποτέ τίς σε βροτῶν γνώμη παρελάσσῃ.

 

 

IX

 

 

Αὐτὰρ ἐπειδὴ πάντα φάος καὶ νὺξ ὀνόμασται

καὶ τὰ κατὰ σφετέρας δυνάμεις ἐπὶ τοῖσί τε καὶ τοῖς,

πᾶν πλέον ἐστὶν ὁμοῦ φάεος καὶ νυκτὸς ἀφάντου

ἴσων ἀμφοτέρων, ἐπεὶ οὐδετέρῳ μέτα μηδέν.

 

 

X

 

Εἴσῃ δ΄ αἰθερίαν τε φύσιν τά τ΄ ἐν αἰθέρι πάντα

σήματα καὶ καθαρᾶς εὐαγέος ἠελίοιο

λαμπάδος ἔργ΄ ἀίδηλα καὶ ὁππόθεν ἐξεγένοντο,

ἔργα τε κύκλωπος πεύσῃ περίφοιτα σελήνης

 

[5] καὶ φύσιν, εἰδήσεις δὲ καὶ οὐρανὸν ἀμφὶς ἔχοντα

ἔνθεν ἔφυ τε καὶ ὥς μιν ἄγουσ΄ ἐπέδησεν Ἀνάγκη

πείρατ΄ ἔχειν ἄστρων.

 

XI

 

πῶς γαῖα καὶ ἥλιος ἠδὲ σελήνη

αἰθήρ τε ξυνὸς γάλα τ΄ οὐράνιον καὶ ὄλυμπος

ἔσχατος ἠδ΄ ἄστρων θερμὸν μένος ὡρμήθησαν

γίγνεσθαι.

 

XII

 

Αἱ γὰρ στεινότεραι πλῆντο πυρὸς ἀκρήτοιο,

αἱ δ΄ ἐπὶ ταῖς νυκτός, μετὰ δὲ φλογὸς ἵεται αἶσα·

ἐν δὲ μέσῳ τούτων δαίμων ἣ πάντα κυβερνᾷ·

πάντα γὰρ <ἣ> στυγεροῖο τόκου καὶ μίξιος ἄρχει

 

[5] πέμπουσ΄ ἄρσενι θῆλυ μιγῆν τό τ΄ ἐναντίον αὖτις

ἄρσεν θηλυτέρῳ.

 

 

XIII

 

Πρώτιστον μὲν Ἔρωτα θεῶν μητίσατο πάντων…

 

 

XIV

 

Νυκτιφαὲς περὶ γαῖαν ἀλώμενον ἀλλότριον φῶς…

 

XV

 

αἰεὶ παπταίνουσα πρὸς αὐγὰς ἠελίοιο.

 

XVa

 

ὑδατόριζον εἶπειν τὴν γῆν

 

XVI

 

Ὡς γὰρ ἕκαστος ἔχει κρᾶσιν μελέων πολυπλάγκτων,

τὼς νόος ἀνθρώποισι παρίσταται· τὸ γὰρ αὐτό

ἔστιν ὅπερ φρονέει μελέων φύσις ἀνθρώποισιν

καὶ πᾶσιν καὶ παντί· τὸ γὰρ πλέον ἐστὶ νόημα.

 

XVII

 

δεξιτεροῖσιν μὲν κούρους, λαιοῖσι δὲ κούρας…

 

XVIII

 

Femina virque simul Veneris cum germina miscent,

Venis informans diverso ex sanguine virtus

Temperiem servans bene condita corpora fingit.

Nam si virtutes permixto semine pugnent

Nec faciant unam permixto in corpore, dirae

Nascentem gemino vexabunt semine sexum.

 

 

XIX

 

Οὕτω τοι κατὰ δόξαν ἔφυ τάδε καί νυν ἔασι

καὶ μετέπειτ΄ ἀπὸ τοῦδε πελευτήσουσι τραφέντα·

τοῖς δ΄ ὄνομ΄ ἄνθρωποι κατέθεντ΄ ἐπίσημον ἑκάστῳ.

Sanzio_01_Parmenides.jpg.63fc106890eb6c9c3f6e2f956b60fa05.jpg

Parmenides.jpg.fbac45355a5d34caaab0e0f9bdf8df4f.jpg

Οὖτιν με κικλήσκουσι

 

My Optics

Δημοσιεύτηκε

On The Meridian Of The Night, Songs of the sea children, Carman Bliss, 1861-1929

 

On the meridian of the night

Alcar the Tester marks high June ;

Arcturus knows his zenith fame ;

No grass-head sleeps upon the dune.

And up from the southeastern sea,

Antares, the red summer star,

Brings back the ardours of the earth,

Like fire opals in a jar :

The frail and misty sense of things

Beyond mortality's ado,

The soft delirium of dream,

And joy pale virgins never knew.

4233-night-sky-at-25-degree.jpg.d534193667bfeab432d7c8f90629857f.jpg

Οὖτιν με κικλήσκουσι

 

My Optics

Δημοσιεύτηκε

Nightsky Pedestal Gemstone Globe, Artisans- Guildford Astronomical Society

 

Μαύρος αχάτης, 1531 άστρα από μήτρα μαργαριταριού, χρυσός, άργυρος και αραγωνίτης.

1274283809_41.jpg.0f7a94fb5f6d94dff4778ab181efe1ae.jpg

Οὖτιν με κικλήσκουσι

 

My Optics

Δημοσιεύτηκε

 

Children of the Sea, Heaven and Hell, Black Sabbath, 1980

 

In the misty morning, on the edge of time

We've lost the rising sun, a final sign

As the misty morning rolls away to die

Reaching for the stars, we blind the sky

 

We sailed across the air before we learned to fly

We thought that it could never end

We'd glide above the ground before we learned to run, run

Now it seems our world has come undone

 

Oh they say that it's over

And it just had to be

Ooh they say that it's over

We're lost children of the sea, oh

 

We made the mountains shake with laughter as we played

Hiding in our corner of the world

Then we did the demon dance and rushed to nevermore

Threw away the key and locked the door

 

Oh they say that it's over, yeah

And it just had to be

Yes they say that it's over

We're lost children of the sea

 

In the misty morning, on the edge of time

We've lost the rising sun, a final sign

As the misty morning rolls away to die

Reaching for the stars, we blind the sky

 

Oh they say that it's over, yeah

And it just had to be

Oh they say that it's over

Poor lost children of the sea, yeah

 

LOOK OUT! the sky is falling down!

LOOK OUT! The world is spinning round and round and round!

LOOK OUT! The sun is going black, black

LOOK OUT! It's never never never coming back, LOOK OUT!

2075354343_BlackSabbath.jpg.98ffc9533bdb13a9fac2b82912709481.jpg

Οὖτιν με κικλήσκουσι

 

My Optics

Guest
Αυτή η συζήτηση είναι κλειστή σε νέες απαντήσεις.

×
×
  • Δημιουργία νέου...

Σημαντικές πληροφορίες

Όροι χρήσης