Jump to content

Προτεινόμενες αναρτήσεις

Δημοσιεύτηκε

Ο καιρός των δολοφόνων.

Arthur Rimbaud

Πρωτάκουσα να γίνεται λόγος για τον Ρεμπώ, το 1927, στο υπόγειο ενός βρώμικου σπιτιού στο Μπρούκλιν. Στα τριανταέξι μου χρόνια, βρισκόμουν ακόμα φυλακισμένος στη δικιά μου ατέλειωτη Εποχή στην Κόλαση. Ένα συναρπαστικό βιβλίο για τον Ρεμπώ κυκλοφορούσε στο σπίτι, αλλά δεν είχα καταδεχτεί να του ρίξω ούτε μια ματιά. Κι αυτό γιατί σιχαινόμουν τη γυναίκα που ζούσε τότε μαζί μας και που ήταν δικό της. Στην αλήθεια (πράγμα που το κατάλαβα πολύ αργότερα), η εμφάνισή της, ο χαρακτήρας της και η συμπεριφορά της την έκαναν να μοιάζει με το Ρεμπώ, όσο είναι δυνατό να φανταστεί κανένας κάτι τέτοιο.
Αν και ο Ρεμπώ ήταν το θέμα που συζητούσαν διαρκώς η Θέλμα και η γυναίκα μου, δεν έκανα —το ξαναλέω— την παραμικρή προσπάθεια να τον γνωρίσω. Αντίθετα, αγωνιζόμουν με όλες μου τις δυνάμεις να τον διώξω από το μυαλό μου· μου φαινόταν ως ενσάρκωση του κακού πνεύματος που είχε προκαλέσει, δίχως να το ξέρει, τα βασανιστήρια και την εξαθλίωσή μου. Παρατηρούσα πως η Θέλμα, που την αποστρεφόμουν, είχε ταυτιστεί μαζί του, τον μιμούνταν όσο μπορούσε, όχι μόνο στην καθημερινή ζωή, αλλά και στα ποιήματα που έγραφε.
Όλα συνωμοτούσαν για να διαγράψω τ’ όνομά του, την επίδρασή του, ακόμα και την ύπαρξή του την ίδια. Βρισκόμουν τότε στο πιο χαμηλό σκαλί της σταδιοδρομίας μου και το ηθικό μου ήταν καταρακωμένο. Ξανάβλεπα τον εαυτό μου μέσα στο υγρό και παγωμένο υπόγειο, να προσπαθεί να γράψει μ’ ένα μολύβι στο τρεμουλιαστό φως ενός κεριού: προσπαθούσα να συνθέσω ένα ποίημα που να περιγράφει την ίδια μου την τραγωδία, χωρίς να κατορθώνω να προχωρήσω πέρα απ’ την πρώτη πράξη. Σ’ αυτή την κατάσταση της απελπισίας και της στειρότητας, αμφέβαλλα, βέβαια, έντονα για την ιδιοφυΐα αυτού του δεκαεπτάχρονου ποιητή. Ό,τι άκουγα να λέγεται γι’ αυτόν μου φαινόταν σαν επινόηση αυτής της θεότρελης της Θέλμας. Πίστευα πως είχε τη δύναμη να δημιουργεί λεπτεπίλεπτα βασανιστήρια για να με κάνει να υποφέρω, επειδή με μισούσε όσο τη μισούσα κι εγώ. Η ζωή που περνούσαμε οι τρεις μας, και που την αφηγούμαι στο The Rosy Crucifixion, φαίνεται να βγαίνει από κανένα διήγημα του Ντοστογιέφσκι. Σήμερα, αυτή η ζωή μου φαίνεται φανταστική κι απίστευτη.
Το γεγονός, όμως, είναι πως το όνομα του Ρεμπώ είχε βρει το στόχο του. Για έξι ή εφτά χρόνια ακόμη, ως τη μέρα που συνάντησα την Αναΐς Νιν, στη Λουβενσιέν, δεν είχα δει ούτε ένα βλέμμα στο έργο του, αλλά με στοίχειωνε πάντα. Μια ενοχλητική παρουσία. «Κάποια μέρα θα χρειαστεί να λογαριαστείς μαζί μου», μου ψιθύριζε αδιάκοπα στ’ αυτί. Τη μέρα που διάβασα τον πρώτο στίχο του Ρεμπώ, αναγνώρισα αμέσως πως ήταν από το Μεθυσμένο Καράβι που έκανε τη Θέλμα να παραληρεί.
ΤΟ ΜΕΘΥΣΜΕΝΟ ΚΑΡΑΒΙ! Πόσο εκφραστικός μου φαίνεται τώρα αυτός ο τίτλος, στο φως των μεταγενέστερων εμπειριών μου! Η Θέλμα, στο μεταξύ, είχε πεθάνει σ’ ένα άσυλο τρελών. Κι αν δεν είχα πάει στο Παρίσι, αν δεν είχα αρχίσει να δουλεύω εκεί σοβαρά, μου φαίνεται πως κι η δική μου μοίρα θα ήταν παρόμοια. Σ’ αυτό το υπόγειο των ακραίων συνοικιών του Μπρούκλιν, είχε ναυαγήσει το καράβι μου. Όταν τέλος ανοίχτηκα στο πέλαγος, είδα πια πως ήμουν ελεύθερος, πως ο θάνατος που είχα διασχίσει μ’ είχε ελευθερώσει.
Αν η περίοδος του Μπρούκλιν κατορθώνει ν’ αντιπροσωπεύει την Εποχή μου στην Κόλαση, η περίοδος του Παρισιού, ιδιαίτερα από το 1932 ως το 1934, υπήρξε προθάλαμος των Εκλάμψεών μου. (…)
Χένρι Μίλερ, Ο καιρός των δολοφόνων, μετάφραση: Αντώνης Φωστιέρης, Θανάσης Θ, Νιάρχος, εκδόσεις Εγναντία, 1980

Πρωινό Μέθης
Ω Αγαθό μου! Ω το Ωραίο μου! Φανφάρα βάναυση όπου δε σκοντάφτω καθόλου! Στρεβλή μαγική! Ουρά για το ανήκουστο έργο και για το θαυμαστό σώμα, για πρώτη φορά. Αυτό άρχισε κάτω από τα γέλια των παιδιών, θα τελειώσει από αυτά. Το δηλητήριο τούτο θα μείνει σε όλες τις φλέβες μας, ακόμα και όταν, καθώς η φανφάρα στραφεί, θα παραδοθούμε στην παλιά δυσαρμονία. Ω τώρα, εμείς τόσο άξιοι για αυτά τα μαρτύρια. Ας μαζέψουμε με θέρμη αυτή την υπεράνθρωπη υπόσχεση καμωμένη στο πλασμένο σώμα μας και στην ψυχή μας, αυτή την υπόσχεση, αυτή την παραφροσύνη. Η κομψότητα, η γνώση, η βιαιότητα! Μας υποσχέθηκαν να θάψουν στη σκιά το δέντρο του καλού και του κακού, να εξοστρακίσουν τις τυραννικές εντιμότητες, για να οδηγήσουμε τον πολύ αγνό μας έρωτα. Αυτό αρχίνησε με μερικές αηδίες και αυτό τελείωσε, μην μπορώντας να μας αρπάξει αμέσως από αυτή την αιωνιότητα, αυτό τελείωσε με ένα σκόρπισμα αρωμάτων.
Γέλιο των παιδιών, διακριτικότητα των σκλάβων, αυστηρότητα των παρθένων, φρίκη των μορφών και των εδώ αντικειμένων, να είστε καθηγιασμένοι με την ανάμνηση αυτής της αγρυπνίας. Να που τελειώνει με αγγέλους φλόγας και πάγου.
Μικρό ξενύχτι μεθυσιού, άγιο! όταν αυτό δε θα ήταν παρά για τη μάσκα  που μας χάρισες. Σε βεβαιώνουμε, μέθοδε! Δεν ξεχνούμε ότι δόξασες χθες την καθεμιά από τις ηλικίες μας. Έχουμε πίστη στο δηλητήριο. Ξέρουμε να δίνουμε τη ζωή μας ολάκερη κάθε μέρα.
Νάτη η εποχή των Δολοφόνων.
(Arthur Rimbaud, Εκλάμψεις – μετάφραση: Αλέξης Ασλάνογλου, εκδόσεις Ηριδανός, 1981)

ros3.jpg

Ο πλανήτης μας ειναι το λίκνο της ανθρωπότητας.Αλλα κανείς δεν περνάει ολη του τη ζωή στο λίκνο.

Κονσταντίν Εντουάρντοβιτς Τσιολκόφσκι.

Δημιουργήστε έναν λογαριασμό ή συνδεθείτε για να σχολιάσετε

Πρέπει να είσαι μέλος για να αφήσεις ένα σχόλιο

Δημιουργία λογαριασμού

Εγγραφείτε για έναν νέο λογαριασμό στην κοινότητά μας. Είναι εύκολο!.

Εγγραφή νέου λογαριασμού

Συνδεθείτε

Έχετε ήδη λογαριασμό? Συνδεθείτε εδώ.

Συνδεθείτε τώρα
×
×
  • Δημιουργία νέου...

Σημαντικές πληροφορίες

Όροι χρήσης