Jump to content

wereniki

Μέλη
  • Αναρτήσεις

    2634
  • Εντάχθηκε

  • Τελευταία επίσκεψη

Όλα αναρτήθηκαν από wereniki

  1. «Ακούς που η σκοτεινιά πήρε να πετάει ρίζες; που ο θεός γδύνεται την καθετότητά του που η διάνοια μπήκε μέσα του αράχνη και που ακροβατεί και που ισάρει τις σημαίες της και που οι γαλαξίες ταξιδεύουν άσχετοι στα χάη ανίδεοι ανερμήνευτοι κι ούτε που χαιρετιούνται; Ω μηδέν αξεπέραστε ισορροπιστή βαθιά στους βουβαμένους ουρανούς τα κβάζαρς κι άλλα που δεν μας είδανε που δεν τα είδαμε και που δεν είναι να μας δουν το ένα του άλλου μακριά εσύ εγώ βαθιά στους βουβαμένους ουρανούς για πάντα» ΕΚΤΩΡ ΚΑΚΝΑΒΑΤΟΣ, ποιήματα 1943-1987, «η φωνή του»
  2. Η τελευταία σκηνή του "Στάλκερ" από τον απόλυτο Ποιητή του κινηματογράφου ΑΝΤΡΕΪ ΤΑΡΚΟΦΣΚΙ
  3. Από την ταινία "ΟΝΕΙΡΑ" του Ακίρα Κουροσάβα, 1990 Http://www.youtube.com/watch?v=XV01GZTNTTg&feature=player_embedded
  4. Από τις ωραίες εκπλήξεις, που συναντάς αναμοχλεύοντας το παρελθόν σου σε σοφίτες και πατάρια... ‘Ετσι ανακάλυψα, στο εξοχικό, ένα πολυαγαπημένο κείμενο από παλιό τεύχος της «λέξης». Το αντιγράφω και το αφιερώνω στους «αμετανόητους δογματικούς της παραδοσιακής καρδιάς»... "ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΚΑΡΔΙΑΣ" Μέσα σ’ όλα να’ τανε κι ένα υπουργείο καρδιάς, αρμόδιο για όλα τα ψυχικά μας στραπάτσα. Και σ’ αυτό να υπαγόταν το υφυπουργείο μοναξιάς και εγκατάλειψης, το υφυπουργείο μεταναστευμένων ονείρων, το υφυπουργείο τρυφερότητας – υπεύθυνο για την αυτόματη αναπροσαρμογή τρυφερότητας, ανάλογα με τον δείχτη αύξησης βίας -, το υφυπουργείο μεταφορών ελπίδων και άλλα. Να δεις τότε συνωστισμό και αδιαχώρητο στους διαδρόμους του. Να δεις τότε εκεί απροσδόκητες νοικοκυρές, χορτασμένους διπλωμάτες, ευτυχισμένες ως τα τώρα φαμίλιες και όλους όσους μοιάζανε να έχουν εξ ορισμού εξασφαλισμένη ευτυχία και ήσυχο ύπνο, πιστούς άλλοτε θαμώνες των υπουργείων Εθνικής Οικονομίας, Άμυνας, Τεχνολογίας, να δεις να καταδέχονται να συνωστίζονται όλοι νυχθημερόν, μαζί με φανταράκια, πόρνες, ποιητές, κατάδικους σε ισόβια μοναξιά, περιθωριακούς, νικημένους, μ’ όλα τα «αποβράσματα» της νοικοκυρεμένης κοινωνικής σαχλαμάρας, για μια αίτηση βοήθειας. Και να΄ναι υπουργός κάποιος που δεν ντρέπεται να κλαίει και να ‘χει στους τοίχους του γραφείου του κρεμασμένες –αντί για πρωθυπουργούς, ήρωες πολέμων και εβδομαδιαίες αγίων- φωτογραφίες παλικαριών που αυτοκτόνησαν στις σκοπιές τους, κοριτσιών που δεν τα νοστάλγησε κανείς, μανάδες που χτυπούν με λύσσα τα παιδιά τους για να επικρατήσουν στο βαλτωμένο τίποτα του γάμου τους, παιδιών δεκαοχτώ καρατιών που τρέχουν με διακόσα φουλ δραπέτες της μοναξιάς και του άλλου που σπάει το φαρμακείο και κάνει θρύψαλα τη γυάλινη σκληράδα του πνιγηρού καθωσπρεπισμού. Και να ’χει σύνθημα γραμμένο παντού «Εδώ και τώρα της καρδιάς ήρθε η ώρα». Και να δίνεται πάντα προτεραιότητα στους σιωπηλούς και μόνους και να θεσπιστεί σύνταξη ευτυχίας «λόγω συσσωρευμένου πνιγμένου κλάματος». Στο δε Τμήμα Αυτοκτονιών να ακούγονται μερακλήδικα λαϊκά και να πέφτουνε σωτήριες ζεϊμπεκιές, και να ‘ναι άσυλο απαραβίαστο για τους κατατρεγμένους, ενώ η Γενική Γραμματεία Φαντασίας θα μεταδίδει συνεχώς –σε εθνικό δίκτυο- δελτία διεξόδων για τους απελπισμένους. Και να ‘ναι υπερ-υπουργείο(όχι κανένα παρακατιανό) , να ‘ναι υφιστάμενοί του βουλευτές και υπουργοί. ... Είναι κάτι ευτυχίες στα αδυσώπητα όνειρά μας, για μας τους αμετανόητους δογματικούς της παραδοσιακής καρδιάς... Λάζαρος Ανδρέου, από το περιοδικό «η λέξη», τεύχος 48, Οκτώβρης 1985, δρχ.150(!) Τετραφάρμακε, αν θέλεις, πρόσθεσε εικόνα. Ή κι εσύ studious.
  5. "μυθικά όντα στην ακρογιαλιά", Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας μυθικά όντα στην ακρογιαλιά
  6. "ουσία και σκιά", Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας ουσία και σκιά
  7. "νυχτερινό λιμάνι", Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας νυχτερινό λιμάνι
  8. "το εργαστήρι του καλλιτέχνη", Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας το εργαστήρι του καλλιτέχνη
  9. "αντιφεγγίσματα", Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας αντιφεγγίσματα
  10. "καΐκια", Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας Καΐκια
  11. "αναμνήσεις από την Ύδρα", Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας αναμνήσεις από την Ύδρα
  12. "Βραδινές αναπολήσεις", Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας βραδινές αναπολήσεις
  13. «Aκόμη και στις πιο φωτεινές, τις πιο καθάριες, τις πιο διαυγείς συνθέσεις του N. Xατζηκυριάκου - Γκίκα πλανιέται ένα μυστήριο. Eίναι ένα μυστήριο δροσερό, γνώριμο που το ξαναβρίσκουμε με ανακούφιση γιατί είναι δικό μας» Oδυσσέας Eλύτης (Aγγλοελληνική επιθεώρηση, Iανουάριος 1947)
  14. "Ψαλμός και ψηφιδωτό για μια άνοιξη στην Αθήνα" Ο. Ελύτης, Ποίηση (Τα ετεροθαλή), εκδ. Ίκαρος Άνοιξη θρύψαλο μενεξεδί Άνοιξη χνούδι περιστέρας Άνοιξη σκόνη μυριόχρωμη Άνοιξη πίκρισμα του σκίνου Άνοιξη άζωτο της αμασχάλης Άνοιξη σουσάμι αόρατο Άνοιξη μυρμηγκιά της μέρας Άνοιξη αίμα του βολβού Άνοιξη οπλοπολυβόλο απύλωτο Στων ωραίων γυναικών τα χέρια Όπου τύχει Ριπές θανάτου Εκατομμύρια σπερματοζωάρια Στων ωραίων γυναικών τα χέρια Τα δυνατά λουλούδια με τον ήλιο μέσα τους Άνοιξη τσίτι τσιτωμένο Άνοιξη σφήκα του χεριού Άνοιξη «μη» «θα μας δούνε τέρας» Άνοιξη μούρο αδάγκωτο Άνοιξη βιδωτό φιλί Άνοιξη χάσμα της λιποθυμιάς Άνοιξη 37 και 2 Άνοιξη Love Amour και Liebe Άνοιξη no nein και non. Άνοιξη δόντι λυσσαλέο Άνοιξη φούξια του παροξυσμού Άνοιξη αρτεσιανό ηφαίστειο Άνοιξη σάλτο της ακρίδας Άνοιξη μήτρα σκοτεινή Άνοιξη πράξη ακατονόμαστη Άνοιξη άνοιξη σαλπάροντας Άνοιξη άνοιξη σημαιοστόλιστη Άνοιξη «αντίο αντίο παιδιά!»
  15. απόσπασμα από τα "35 ΣΟΝΕΤΑ" (του ετερώνυμου Αλεξάντερ Σερτς) VIII Πόσες μάσκες και πόσες άλλες Πάνω στο πρόσωπο της ψυχής μας φοράμε; Άραγε, όταν γι' αστείο η ψυχή τη μάσκα θελήσει να βγάλει; Ξέρει πως έτσι αφήνει το πρόσωπο γυμνό να φανεί; Η μάσκα η πραγματική, δεν νιώθει τίποτα κάτω απ' τη μάσκα Αλλά κοιτάζει μέσ' απ' αυτή με μάτια κρυμμένα.
  16. "...τα τριαντάφυλλα και τα σπαθιά τάχθηκαν για το κόκκινο..." ΓΚΑΝΑΣ
  17. Στίχοι: Λουδοβίκος των Ανωγείων Μουσική: Λουδοβίκος των Ανωγείων Πρώτη εκτέλεση: Λουδοβίκος των Ανωγείων & Μαρία & Στέλλα Τζαννουδάκη ( Ντουέτο ) Ανάμεσα στο όχι και στο κρυμμένο ναι χάθηκε η ζωή μου μεγάλε ουρανέ. Δεν κρύβεται στη νύχτα το άσπρο γιασεμί. Λύγισε η αγάπη όταν είπες μη, λύγισε η αγάπη όταν είπες μη. Βγαίνω στον αέρα με χάρτινο φτερό. Μακριά σου δεν αντέχω, κοντά σου δε μπορώ. Κοντά σου δεν αντέχω, μακριά σου δε μπορώ. Χαμήλωσε τα φώτα μεγάλε ουρανέ, το όχι αποκοιμήθηκε στην αγκαλιά του ναι, το όχι αποκοιμήθηκε στην αγκαλιά του ναι.
  18. "Νυχτερινό", Ναπολέων Λαπαθιώτης Ένα φεγγάρι πράσινο μεγάλο που λάμπει μες τη νύχτα, -τίποτ' άλλο Και μόνο ένα παράπονο μεγάλο, στα βάθη του μυαλού μου, -τίποτ' άλλο Μια φωνή που γροικιέται μες στο σάλο και που σε λίγο παύει, -τίποτ' άλλο Και μόνο ένα παράπονο μεγάλο, στα βάθη του μυαλού μου, -τίποτ' άλλο Πέρα μακρυά κάποιο στερνό σινιάλο του βαποριού που φεύγει, -τίποτ' άλλο Και μόνο ένα παράπονο μεγάλο, στα βάθη του μυαλού μου, -τίποτ' άλλο
  19. Casta Diva Maria Callas http://www.youtube.com/watch?v=bN0Fc5rjDn8
  20. "Προσευχή" Στίχοι: Χαρούλα Αλεξίου Μουσική: Χαρούλα Αλεξίου Πρώτη εκτέλεση: Χαρούλα Αλεξίου Δώσ' μου ένα σύνορο να περπατώ Δώσ' μου ένα όνομα να μη χαθώ Δώσ' μου ένα όνειρο να κρατηθώ Δώσ' μου ένα όραμα ν'αντισταθώ Δώσ' μου ένα παιδί να εξομολογηθώ Δώσ' μου ένα φιλί να πλύνω το κακό Ξύπνησέ με το πρωί μ'ένα σκοπό Που να λέει χαλάλι στη ζωή που ζω
  21. "ΣΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΛΟΥΚΑ ΤΟ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ", ΑΓΓ. ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ Στ᾿ Ὅσιου Λουκᾶ τὸ μοναστήρι, ἀπ᾿ ὅσες γυναῖκες τοῦ Στειριοῦ συμμαζευτῆκαν τὸν Ἐπιτάφιο νὰ στολίσουν, κι ὅσες μοιρολογῆτρες ὥσμε τοῦ Μεγάλου Σαββάτου τὸ ξημέρωμα ἀγρυπνῆσαν, ποιὰ νὰ στοχάστη - ἔτσι γλυκὰ θρηνοῦσαν! - πώς, κάτου ἀπ᾿ τοὺς ἀνθούς, τ᾿ ὁλόαχνο σμάλτο τοῦ πεθαμένου τοῦ Ἄδωνη ἦταν σάρκα ποὺ πόνεσε βαθιά; Γιατὶ κι ὁ πόνος στὰ ρόδα μέσα, κι ὁ Ἐπιτάφιος Θρῆνος, κ᾿ οἱ ἀναπνοὲς τῆς ἄνοιξης ποὺ μπαίναν ἀπ᾿ τοῦ ναοῦ τὴ θύρα, ἀναφτερώναν τὸ νοῦ τους στῆς Ἀνάστασης τὸ θάμα, καὶ τοῦ Χριστοῦ οἱ πληγὲς σὰν ἀνεμῶνες τοὺς φάνταζαν στὰ χέρια καὶ στὰ πόδια, τὶ πολλὰ τὸν σκεπάζανε λουλούδια ποὺ ἔτσι τρανά, ἔτσι βαθιὰ εὐωδοῦσαν! Ἀλλὰ τὸ βράδυ τὸ ἴδιο τοῦ Σαββάτου, τὴν ὥρα π᾿ ἀπ᾿ τὴν Ἅγια Πύλη τὸ ἕνα κερὶ ἐπροσάναψε ὅλα τ᾿ ἄλλα ὡς κάτου, κι ἀπ᾿ τ᾿ Ἅγιο Βῆμα σάμπως κύμα ἁπλώθη τὸ φῶς ὦσμε τὴν ξώπορτα, ὅλοι κι ὅλες ἀνατριχιάξαν π᾿ ἄκουσαν στὴ μέση ἀπ᾿ τὰ «Χριστὸς Ἀνέστη» μίαν αἰφνίδια φωνὴ νὰ σκούξει: «Γιώργαινα, ὁ Βαγγέλης!» Καὶ νά· ὁ λεβέντης τοῦ χωριοῦ, ὁ Βαγγέλης, τῶν κοριτσιῶν τὸ λάμπασμα, ὁ Βαγγέλης, ποὺ τὸν λογιάζαν ὅλοι γιὰ χαμένο στὸν πόλεμο· καὶ στέκονταν ὁλόρτος στῆς ἐκκλησιᾶς τὴ θύρα, μὲ ποδάρι ξύλινο, καὶ δὲ διάβαινε τὴ θύρα τῆς ἐκκλησιᾶς, τὶ τὸν κοιτάζαν ὅλοι μὲ τὰ κεριὰ στὸ χέρι, τὸν κοιτάζαν, τὸ χορευτὴ ποὺ τράνταζε τ᾿ ἁλώνι τοῦ Στειριοῦ, μιὰ στὴν ὄψη, μιὰ στὸ πόδι, ποὺ ὡς νὰ τὸ κάρφωσε ἦταν στὸ κατώφλι τῆς θύρας, καὶ δὲν ἔμπαινε πιὸ μέσα! Καὶ τότε - μάρτυράς μου νά ’ναι ὁ στίχος, ὁ ἁπλὸς κι ἀληθινὸς ἐτοῦτος στίχος - ἀπ᾿ τὸ στασίδι πού ’μουνα στημένος ξαντίκρισα τὴ μάνα, ἀπ᾿ τὸ κεφάλι πετώντας τὸ μαντίλι, νὰ χιμήξει σκυφτὴ καὶ ν᾿ ἀγκαλιάσει τὸ ποδάρι, τὸ ξύλινο ποδάρι τοῦ στρατιώτη, - ἔτσι ὅπως τὸ εἶδα ὁ στίχος μου τὸ γράφει, ὁ ἁπλὸς κι ἀληθινὸς ἐτοῦτος στίχος -, καὶ νὰ σύρει ἀπ᾿ τὰ βάθη τῆς καρδιᾶς της ἕνα σκούξιμο: «Μάτια μου… Βαγγέλη!» Κι ἀκόμα, - μάρτυράς μου νά ’ναι ὁ στίχος, ὁ ἁπλὸς κι ἀληθινὸς ἐτοῦτος στίχος -, ξοπίσωθέ της, ὅσες μαζευτῆκαν ἀπὸ τὸ βράδυ τῆς Μεγάλης Πέφτης, νανουριστά, θαμπὰ γιὰ νὰ θρηνήσουν τὸν πεθαμένον Ἄδωνη, κρυμμένο μὲς στὰ λουλούδια, τώρα νὰ ξεσπάσουν μαζὶ τὴν ἀξεθύμαστη τοῦ τρόμου κραυγὴ πού, ὡς στὸ στασίδι μου κρατιόμουν, ἕνας πέπλος μοῦ σκέπασε τὰ μάτια!… Καλή Ανάσταση
  22. Θερμή παράκληση: όσοι καταφέρετε να δείτε Λυρίδες, κάνετε μια καλή περιγραφή, να πάρουμε μια μικρή γεύση κι εμείς, που από τη Μ. Δευτέρα βιώνουμε βροχές, κρύο και απίστευτες συννεφιές! Έτσι θα μας πάει μέχρι και την Ανάσταση! Στο τσακ είμαστε, να ψάλλουμε το «χιόνια στο καμπαναριό...»
  23. "Δεν ξέρω πια τη νύχτα φοβερή ανωνυμία θανάτου, στον μυχό της ψυχής μου αράζει στόλος άστρων. Έσπερε φρουρέ για να λάμπεις πλάι, στο ουρανί αεράκι ενός νησιού που με ονειρεύεται ν' αναγγέλλω την αυγή από τα ψηλά του βράχια τα δυο μάτια μου αγκαλιά σε πλέουνε με το άστρο της σωστής μου καρδιάς: Δεν ξέρω πια τη νύχτα. Δεν ξέρω πια τα ονόματα ενός κόσμου που μ' αρνιέται. Καθαρά διαβάζω τα όστρακα τα φύλλα τ' άστρα. Η έχτρα μου είναι περιττή στους δρόμους τ' ουρανού εξόν κι αν είναι τ' όνειρο που με ξανακοιτάζει με δάκρυα να διαβαίνω της αθανασίας τη θάλασσα Έσπερε κάτω απ' την καμπύλη της χρυσής φωτιάς σου, τη νύχτα που είναι μόνο νύχτα δεν την ξέρω πια." Οδυσσέας Ελύτης
×
×
  • Δημιουργία νέου...

Σημαντικές πληροφορίες

Όροι χρήσης